Στοιχεία του έργου
Επιστημονικός Υπεύθυνος: | Μαρία Παπαπαύλου |
---|---|
Κύριοι Ερευνητές: | Ιωάννης Τσεκούρας |
Κύριος Φορέας: | Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών - Εργαστήριο Εθνομουσικολογίας και Πολιτισμικής Ανθρωπολογίας |
Συμμετέχοντες Φορείς: | |
Χρηματοδότηση: | Καταπίστευμα Τσαγκαδά - Χρηματοδότηση έρευνας και μεταπτυχιακών/διδακτορικών σπουδών στις Βυζαντινές και Νεοελληνικές σπουδές |
Ιστοσελίδα: | |
Διάρκεια: | 2023-24 |
Η έρευνα εστιάζει στη μελέτη των επιπτώσεων των πολιτικών άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO στον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό μέσα από την εξέταση του ευετηριακού εθίμου ««Μωμοέρια» ή «Κοτζαμάνια». Πρόκειται για ποντιακά καρναβαλικά δρώμενα του Δωδεκαήμερου των Χριστουγέννων στα Ποντιακά χωριά της Κοζάνης. Το 2016 τα ««Μωμοέρια» της Κοζάνης εντάχθηκαν στο διεθνή κατάλογο της UNESCO, γεγονός που έχει επηρεάσει:
- την επιτέλεση, οργάνωση και διεξαγωγή των δρώμενων,
- τα χορευτικά, μουσικά, στιχουργικά/γλωσσικά στοιχεία που αφορούν τα έθιμα,
- τις δράσεις και τη δυναμική των Ποντιακών συλλόγων και κοινοτήτων που καταγίνονται
- με τα «Μωμοέρια»,
- την αναπαράσταση και προβολή της Ποντιακής παράδοσης ως συστατικό του
- σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού και
- την τουριστική προβολή του εθίμου και τις όποιες σχετιζόμενες με τα έθιμα οικονομικές Δραστηριότητες.
Η έρευνα στοχεύει στη μελέτη των εν λόγω θεματικών στη βάση επιτόπιας εθνογραφικής έρευνας στην Κοζάνη, διεξαγωγής συνεντεύξεων και μελέτης αρχειακού υλικού.
Μωμο(γ)έρια ή κοτζαμάνια
Οι όροι “μωμοέρια, μωμογέρια, μωμόγεροι, κοτζαμάνια, ή κοτζαμάνοι” αναφέρονται σε μεταμφιασμένους θιασώτες Ποντιακών χορευτικών και υποκριτικών δρώμενων, τα οποία λαμβάνουν χώρα στα πλαίσια πλειάδας ευετηριακών εθίμων, σε δύο μέρες μέσα στο δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων (25 Δεκεμβρίου με 6 Ιανουαρίου). Συνεκδοχικά οι ονομασίες αυτές χρησιμοποιούνται για τα έθιμα συνολικά. Το ευετηριακό έθιμο του δωδεκαημέρου που ερευνάται από το εργαστήριο είναι η εκδοχή που επιτελείται σε οχτώ Ποντιακά χωριά της Κοζάνης και τη Πτολεμαϊδας. Αυτές οι κοινότητες (Άγιος Δημήτριος-Ρυάκιο, Αλωνάκια, Ασβεστόπετρα, Καρυοχώρι, Κομνηνά, Πρωτοχώρι, Σκήτη, Τετράλοφος) δημιουργήθηκαν από Πόντιους πρόσφυγες από την επαρχία Ματσούκας του Ανατολικού Πόντου και ειδικότερα από τη περιοχή και τη κωμόπολη της Λιβεράς. Τα Μωμοέρια της Λιβεράς, λοιπόν, ή η παραλλαγή της Λιβεράς όπως είναι γνωστό το έθιμο στη Ποντιακή λαογραφία, περιλαμβάνει δύο ομάδες τελεστών: δώδεκα χορευτές ντυμένους με στολές που παραπέμπουν σε εύζωνες οι οποίοι φυλάσσουν δύο νύφες, οι οποίες είναι νεαροί άντρες μεταμφιασμένοι με νυφικά και έναν υποκριτικό θίασο ο οποίος περιλαμβάνει 6-7 μέλη με διακριτούς ρόλους μεταμφιασμένων (γιατρός, αστυνομικός ή δικαστής, αρκούδα, κανπέμπορος, γριά, γέρος, διάβολοι). Κατά την ευετηρία, οι δώδεκα χορετυές με τις νύφες, ακολουθώντας την ιχνηλασία των δύο διαβόλων, επισκέπτονται όλα τα σπίτια του χωριού (ή όσα δέχονται) και εκτελούν έναν χορό βάσει συγκεκριμένης χορογραφίας (περιλαμβάνει μία σειρά κινήσεων), ο οποίος είναι μιμητικός μάχης. Ο υποκριτικός θίασος ακολουθεί αυτοσχεδιάζοντας κωμικά και σατιρικά σκετσ με πολλά χωρατά και πειράγματα, βάσει συγκεκριμένων μικροσεναρίων πλοκής. Οι οικοδεσπότες και οι παρακείμενοι θεατές συμμετέχουν γλεντώντας με τους μωμόγερους μετά το κυρίως χορό, προσφέροντας ποτά και φαγητό, και επιχειρώντας να κλέψουν μία από τις νύφες. Συχνά κατά τη διάρκεια των καρναβαλιτικών θεατρικών αυτοσχεδιασμών συμμετέχουν και μωμόγεροι (χορευτές) καθώς και θεατές. Οι θεατρικοί αυτοσχεδιασμοί, επίσης, συχνά περιλαμβάνουν αναφορές σε ζητήματα της επικαιρότητας. Τα μωμοέρια της Λιβεράς όπως επιτελούνται στα οχτώ προαναφερθέντα χωριά έχουν συμπεριληφθεί στο διεθνή κατάλογο της άυλης πολιτιστικής κληρονομίας της ΟΥΝΕΣΚΟ από το 2016.
Καταπίστευμα Τσαγκαδά
Το καταπίστευμα Τσαγκαδά είναι υπό τη διαχείριση του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας και διατίθεται σύμφωνα με τις επιθυμίες του ευεργέτη Κωνσταντίνου Τσαγκαδά για τη χρηματοδότηση έρευνας και μεταπτυχιακών/διδακτορικών σπουδών στις Βυζαντινές και Νεοελληνικές σπουδές. Η χρηματοδότηση του ερευνητικού έργου Η παράδοση ως άυλη παρακαταθήκη συμβαίνει στα πλαίσια της δράσης “Έρευνα στις μετακλασικές σπουδές.”